Εγκύκλιο με διευκρινίσεις για την συνταξιοδότηση ασφαλισμένων που έχουν παράλληλη και διαδοχική ασφάλιση υπέγραψε χθες ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος.
Το σχόλιό μας:
Το μέτρο είναι προς όφελος του ασφαλισμένου, ο οποίος βλέπει ότι δεν χάνονται οι εισφορές που έχει καταβάλει στον εργασιακό του βίο. Βέβαια η επιλογή του θα κλίνει προς την προσαύξηση στην σύνταξη. Το θέμα είναι να εξυγιανθούν τα ταμεία και να υπάρξει μείωση της ανεργίας. Γιατί οι νεώτερες γενεές είναι αμφίβολο, εάν συνεχίσει αυτή η κατάσταση, εάν θα πάρουν σύνταξη. Είθε...
Η Είδηση:
Με την συγκεκριμένη εγκύκλιο διευκρινίζεται ότι κανένας χρόνος ασφάλισης και καμία εισφορά που έχει ήδη καταβληθεί δεν χάνονται. Οι χρόνοι ασφάλισης, παράλληλοι και μη, που δεν λαμβάνονται υπ'όψιν στην θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδότησης, προσαυξάνουν το ποσό της σύνταξης.
Στις περιπτώσεις που έχει διανυθεί παράλληλα χρόνος ασφάλισης σε περισσότερους του ενός ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ φορείς πριν από την ένταξή τους στον φορέα, ο ασφαλισμένος έχει τη δυνατότητα να επιλέξει, για το παράλληλο αυτό διάστημα, τον χρόνο ασφάλισης που επιθυμεί να συνυπολογίσει, σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.
Αναλυτικότερα, ορίζεται ότι:
1. Κανένας χρόνος ασφάλισης και καμία καταβληθείσα εισφορά δεν χάνονται.
2. Οι χρόνοι ασφάλισης, παράλληλοι και μη παράλληλοι, που δεν λαμβάνονται υπ'όψιν στην θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδότησης, προσαυξάνουν το ποσό της σύνταξης κατά τα προβλεπόμενα στο νόμο 4387/2016.
Αναλυτικά ο εν λόγω νόμος προβλέπει πως στην περίπτωση ασφαλισμένων οι οποίοι, υπό την ισχύ του προϊσχύοντος νομοθετικού καθεστώτος κατέβαλαν εισφορές ανώτερες από αυτές του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης για κάθε έτος που έχει καταβληθεί επιπλέον εισφορά, θα υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για καθεμία ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς.
Ο συντάξιμος μισθός σε αυτή την περίπτωση θα προκύπτει λαμβάνοντας υπ'όψιν τη βάση υπολογισμού της επιπλέον εισφοράς.
3. Στις περιπτώσεις που έχει διανυθεί παράλληλα χρόνος ασφάλισης σε περισσότερους του ενός φορείς που εντάχθηκαν στον Ε.Φ.Κ.Α. πριν την ένταξή τους στον Ε.Φ.Κ.Α., ο ασφαλισμένος έχει τη δυνατότητα να επιλέξει, για το παράλληλο αυτό διάστημα, το χρόνο ασφάλισης που επιθυμεί να συνυπολογίσει, σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.
4. Για τον διαδοχικά ασφαλισμένο, που κατά τη λήξη της υποχρεωτικής ασφάλισής του μετά την 1η/1/2017, προκύπτει πολλαπλή δραστηριότητα, έχει τη δυνατότητα να επιλέξει τις προϋποθέσεις του φορέα που εντάχθηκε στον ΕΦΚΑ, με τις οποίες επιθυμεί να συνταξιοδοτηθεί.
5. Οι χρόνοι ασφάλισης με τους οποίους θεμελιώνεται το δικαίωμα, καθώς και ο χρόνος ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, λαμβάνονται υπ'όψιν για τον υπολογισμό του ποσού της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης.
Επίσης, για παράδειγμα, αν κάποιος ασφαλισμένος στο πρώην ΝΑΤ από το 2002 έως τις 31/12/2017 είναι επίσης ασφαλισμένος στον πρώην ΟΑΕΕ από το 2009 έως το τέλος του 2018 (9 χρόνια) και υποβάλλει αίτημα συνταξιοδότησης στον ΕΦΚΑ έχοντας συμπληρώσει το 57ο έτος της ηλικίας του, δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει χρήση των διατάξεων περί διαδοχικής ασφάλισης.
Εχει θεμελιώσει αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα πλήρους σύνταξης με τις διατάξεις του πρώην ΝΑΤ.
Θα λάβει λοιπόν μια εθνική σύνταξη για τον χρόνο ασφάλισης από 2002-2018 για 17 χρόνια (χρόνος ασφάλισης ΝΑΤ και ΕΦΚΑ από 01.01.2017), μια ανταποδοτική σύνταξη για τον χρόνο ασφάλισης από 2002-2018 με τα ποσοστά αναπλήρωσης που αντιστοιχούν για 17 έτη και τον μέσο όρο των συντάξιμων αποδοχών από το 2002 έως το 2018, στις οποίες περιλαμβάνονται και τα εισοδήματα από το ελευθέριο επάγγελμα των ετών 2017 και 2018.
Παράλληλα, βέβαια, θα λάβει προσαύξηση σύνταξης για τον παράλληλο Σχόλιο: Βριχόδης Αναστάσιος χρόνο ασφάλισης του πρώην ΟΑΕΕ (2009-2016).
Όμως για την διαδοχική ασφάλιση π.χ. ενός τραπεζικού, με την 35ετία κατοχυρωμένη και εν αναμονή της σύνταξης (58 ετών + ποινή εξαμήνων) το αποτέλεσμα είναι μάλλον αρνητικό, διότι ναι μεν αυξάνεται το ποσοστό αναπλήρωσης, λόγω περισσοτέρων ετών εργασίας αλλά θα μειωθεί ο μέσος όρος του μηνιαίου μισθού λόγω κατώτερων (κατά κανόνα) αποδοχών.
Σχόλιο: Βριχόδης Αναστάσιος